Μετάβαση στο περιεχόμενο

prière

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
prière prières

prière (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]