prilargu

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρωμουνικά (βλάχικα) (roa-rup)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

prilargu < pri (< λατινική per) + largu (< λατινική largus)

Επίρρημα[επεξεργασία]

prilargu (roa-rup)

  1. μακρύτερα
  2. ενδιάμεσα

Πηγές[επεξεργασία]