produzione
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
produzione | produzioni |
produzione (it) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
produzione | produzioni |
produzione (it) θηλυκό