profanation

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pʁɔ.fa.na.sjɔ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
profanation profanations

profanation (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]