profound
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
profound (en)
- ουσιώδης, υποθεμέλιος, θεμελιώδης, εγγενής, καίριος, πολύ σημαντικός, βασικότατος
- πολύ βαθύς, πολύ σοβαρός
- βαθυστόχαστος, βαθύς διανοητικά, πνευματικά
- βαθύς (έντονος)
- οξύς