prosterno

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

prosterno < pro + sterno < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *sterh₃-

Ρήμα[επεξεργασία]

prosterno

  1. στρώνω
  2. καταβάλλω, καταρρίπτω
  3. σκοτώνω
  4. καταλύω
  5. διαφθείρω

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]