protekti
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pɾoˈtek.ti/
Ρήμα[επεξεργασία]
ρήμα protekti | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | protektas | protektanta | protektata |
αόριστος | protektis | protektinta | protektita |
μέλλοντας | protektos | protektonta | protektota |
υποθετική | protektus | - | - |
προστακτική | protektu | - | - |
protekti (eo)
Ίντο (io)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
protekti (io)