psy
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
psy | psys |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]psy (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- (οικείο) ψυχαναλυτής - ψυχαναλύτρια
ενικός | πληθυντικός |
psy | psys |
psy (fr) αρσενικό ή θηλυκό