psychodrame
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- psychodrame < αγγλική psychodrama (→ δείτε τις λέξεις psycho- και drame)
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /psi.ko.dʁam/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
psychodrame | psychodrames |
psychodrame (fr) αρσενικό