psychopathic
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
psychopathic (en)
- ψυχοπαθής, που υποφέρει από ψυχική διαταραχή, ή που λόγω ψυχικών διαταραχών ενεργεί με ειδικά βίαιο ή/και αντικοινωνικό τρόπο
- που συσχετίζεται με την ψυχοπάθεια