pyxide
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
pyxide | pyxides |
pyxide (fr) θηλυκό
- (αρχαιολογία) η πυξίδα
ενικός | πληθυντικός |
pyxide | pyxides |
pyxide (fr) θηλυκό