quadrilatère
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
quadrilatère | quadrilatères |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
quadrilatère (fr) αρσενικό
- (γεωμετρία) το τετράπλευρο