questioning
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]questioning (en)
- που χαρακτηρίζεται από ερωτήσεις, αμφιβολίες, αμφισβητήσεις
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]questioning (en)
- η διαδικασία των ερωτήσεων, η ανάκριση μάρτυρα ή κατηγορούμενου
- η αμφισβήτηση
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]questioning (en)