réalisme
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
réalisme | réalismes |
réalisme (fr) αρσενικό
- ο ρεαλισμός, ο πραγματισμός
ενικός | πληθυντικός |
réalisme | réalismes |
réalisme (fr) αρσενικό