radioélément
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ʁa.djɔ.e.le.mɑ̃/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
radioélément | radioéléments |
radioélément (fr) αρσενικό