radiographie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
radiographie | radiographies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
radiographie (fr) θηλυκό
- η ραδιογραφία, η ακτινογραφία