radoucissement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
radoucissement | radoucissements |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]radoucissement (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
radoucissement | radoucissements |
radoucissement (fr) αρσενικό