rapidity
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]- (επίσημο) η γρηγοράδα
- ⮡ He came with the rapidity of lightning.
- Ήρθε με τη γρηγοράδα της αστραπής.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη speediness
- ⮡ He came with the rapidity of lightning.
Πηγές
[επεξεργασία]- rapidity - Cambridge Dictionary online