Μετάβαση στο περιεχόμενο

ratification

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: ramification

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ratification (en)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
ratification ratifications

ratification (fr) θηλυκό