receveur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- receveur < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
receveur | receveurs |
receveur (fr) αρσενικό
- (παρωχημένο) ο φοροεισπράκτορας, ο εφοριακός
- ο εισπράκτορας (λεωφορείου, ...)
- (ιατρική) αυτός που δέχεται αίμα
- (ιατρική) αυτός που δέχεται μέρος ιστού ή ένα όργανο
- ο αποδέκτης ενός ντουζ