rectangular
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
rectangular (en)
- ορθογώνιος, που έχει ορθογώνιο σχήμα
- ορθοπαράλληλος, ορθοπαραλληλόγραμμος
- ορθογωνικός