reflet
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
reflet | reflets |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]reflet (fr) αρσενικό
- η αντανάκλαση
- η αναλαμπή
- η ανταύγεια
- (σε καθρέφτη) το είδωλο
ενικός | πληθυντικός |
reflet | reflets |
reflet (fr) αρσενικό