rejeton
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- rejeton < rejeter
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
rejeton | rejetons |
rejeton (fr) αρσενικό
- το βλαστάρι
- (μεταφορικά) ο απόγονος
- (ειδικότερα) (οικείο) ο γιος, το αγόρι