relevailles
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
relevailles (fr) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
- το σαράντισμα (λεχώνας), η λοχεία
relevailles (fr) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό