renard
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
renard < μεσαιωνικός κύκλος ιστοριών του Renart < λατινικά Renartus < φραγκικά Reginhart
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | renard | renards |
θηλυκό | renarde | renardes |

renard (fr) αρσενικό
- η αλεπού
Πηγές[επεξεργασία]
- renard - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé