restaurateur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό 1[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | restaurateur | restaurateurs |
θηλυκό | restauratrice | restauratrices |
restaurateur (fr)
Ουσιαστικό 2[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | restaurateur | restaurateurs |
θηλυκό | restauratrice | restauratrices |
restaurateur (fr)