retiriĝinta

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

retiriĝinta

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

retiriĝinta (eo)

  • αόριστος της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος retiriĝi