revolution
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
revolution | revolutions |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
revolution (en)
- (πολιτική) η επανάσταση
- η περιστροφή
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
- Revolutions Per Minute (RPM)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
revolution στην αγγλική Βικιπαίδεια