rezultiĝi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ρήμα rezultiĝi | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | rezultiĝas | rezultiĝanta | rezultiĝata |
αόριστος | rezultiĝis | rezultiĝinta | rezultiĝita |
μέλλοντας | rezultiĝos | rezultiĝonta | rezultiĝota |
υποθετική | rezultiĝus | - | - |
προστακτική | rezultiĝu | - | - |
rezultiĝi (eo)