right now
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
right now (en) (ιδιωματισμός)
- τώρα
- αμέσως, τώρα αμέσως
- ↪ I will fill out the application tomorrow, or rather, right now.
- Θα συμπληρώσω την αίτηση αύριο ή μάλλον τώρα αμέσως.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη immediately
- ↪ I will fill out the application tomorrow, or rather, right now.