Μετάβαση στο περιεχόμενο

roc

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
  • (φανταστικό) γιγάντιος αετός που αναφέρεται στις "Αραβικές Νύχτες" (συλλογή παραμυθιών)



      ενικός         πληθυντικός  
roc rocs

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

roc (fr) αρσενικό