roughly
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | roughly |
συγκριτικός | more roughly |
υπερθετικός | most roughly |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίρρημα
[επεξεργασία]roughly (en)
παραθετικά | |
θετικός | roughly |
συγκριτικός | more roughly |
υπερθετικός | most roughly |
roughly (en)