rozdział

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

rozdział (pl) αρσενικό

  1. το κεφάλαιο (ενότητα βιβλίου)
  2. μοίρασμα, κατανομή