Μετάβαση στο περιεχόμενο

sélection

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
sélection sélections

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

sélection (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]