séricicultrice
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
séricicultrice | séricicultrices |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
séricicultrice (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
séricicultrice | séricicultrices |
séricicultrice (fr) θηλυκό