sacellarius
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- sacellarius < sacellus, υποκοριστικό του saccus < αρχαία ελληνική σάκκος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
sacellarius αρσενικό
sacellarius αρσενικό