samkiel

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

samkiel < sam- + kiel

Επίρρημα[επεξεργασία]

samkiel (eo)

por tiuj, kiuj samkiel mi, hezitas..., γι' αυτούς που, σαν κι εμένα, διστάζουν...