samseksemulino
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | samseksemulino | samseksemulinoj |
αιτιατική | samseksemulinon | samseksemulinojn |
samseksemulino (eo)
- η λεσβία