sans-culotte
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
sans-culotte | sans-culottes |
sans-culotte (fr) αρσενικό
- (ιστορία) αβράκωτος
- σημeίωση: πριν τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, περιφρονητικό όνομα που έδιναν οι ευγενείς στους διαδηλωτές των χαμηλότερων στρωμάτων του λαού, οι οποίοι φορούσαν ριγέ παντελόνια αντί για τις κυλόττες (culotte) των ευγενών
- (ιστορία) κατά και αμέσως μετά τη Γαλλική Επανάσταση, όνομα των πιο ένθερμων επαναστατών
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
sans-culotte | sans-culottes |
sans-culotte (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- χαρακτηριστικός των παραπάνω διαδηλωτών
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
sans-culottes στη γαλλική Βικιπαίδεια