saveur
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
saveur | saveurs |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]saveur (fr)
- η γεύση, η νοστιμιά, η γευστικότητα
ενικός | πληθυντικός |
saveur | saveurs |
saveur (fr)