schtroumpfologique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
schtroumpfologique | schtroumpfologiques |
Επίθετο[επεξεργασία]
schtroumpfologique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
schtroumpfologique | schtroumpfologiques |
schtroumpfologique (fr) αρσενικό ή θηλυκό