scopo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
scopo | scopi |
scopo (it) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
scopo | scopi |
scopo (it) αρσενικό