scribo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- scribo < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *skreybʰ-. Συγγενές με το (αρχαία ελληνική ) σκάριφος
Ρήμα[επεξεργασία]
scribo
Κλίση[επεξεργασία]
Γ' συζυγία (scribo, scripsi, scriptum, scribere)
|