se contrefoutre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /sə⋅kɔ̃.tʁə.futʁ/
Ρήμα[επεξεργασία]
se contrefoutre (fr) (pronominal: αντωνυμικό)
se contrefoutre (fr) (pronominal: αντωνυμικό)