secretly

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

secretly < secret + -ly

Επίρρημα[επεξεργασία]

secretly (en) (χωρίς παραθετικά)