seismo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | seismo | seismoj |
αιτιατική | seismon | seismojn |
seismo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | seismo | seismoj |
αιτιατική | seismon | seismojn |
seismo (eo)