sekretariino
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- sekretariino < sekretari- + -in- + -o
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sekretariino | sekretariinoj |
αιτιατική | sekretariinon | sekretariinojn |
sekretariino (eo)