seksumi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
seksumi < sekso και -um-
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ρήμα seksumi | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | seksumas | seksumanta | seksumata |
αόριστος | seksumis | seksuminta | seksumita |
μέλλοντας | seksumos | seksumonta | seksumota |
υποθετική | seksumus | - | - |
προστακτική | seksumu | - | - |
seksumi (eo)