self-satisfied

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός self-satisfied
συγκριτικός more self-satisfied
υπερθετικός most self-satisfied

Ετυμολογία [επεξεργασία]

self-satisfied < self- + satisfied

Επίθετο[επεξεργασία]

self-satisfied (en)