senkondiĉa
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | senkondiĉa | senkondiĉaj |
αιτιατική | senkondiĉan | senkondiĉajn |
senkondiĉa (eo)
- άνευ όρων